Άσφαλτος λάβα, βιτρίνα περόνη
κάλλιο να είχα μείνει εντός
πλάι στις γλάστρες, εκεί στο μπαλκόνι
παρά σ’ αυτά τα ράφια εμπρός
Ποιος να δικάζει το νου μου και σβούρα
μέσα στων τίτλων το δίχτυ σκορπάει
εκεί που οι λέξεις, χαρτί και σαβούρα
ντύνουν αυτό που με μεθάει
Πάρε με, πάρε με, κρύψε με, βάλε με
σε μια σελίδα σου, φως μου, λευκή
στιχάκι πάρε με, λεξούλα κάνε με
και ας μένει η ρίμα σου μισή
Πάρε με, πάρε με, τρέλλα μου, πάρε με
τραγούδι κάνε, μ’ ένα αχ στην αρχή
απ’ τις αγάπες μου, τις αυταπάτες μου
η πιο μεγάλη είσαι εσύ
Λέξη τη λέξη, στιχάκι στιχάκι
βγαίνει, προβάλλει η κεφαλή
μέχρι το τέλος, ασώματος μένει
μ’ αυτό της δίνει τη ζωή
Καίει το δέρμα, τους πνεύμονες λειώνει
για τούτο το άσθμα, δε φταίει το χαρτί
είν’ η ψυχούλα, που πνίγεται μόνη
και ψάχνει σώμα να σωθεί
Πάρε με, πάρε με, κρύψε με, βάλε με
σε μια σελίδα σου, φως μου, λευκή
στιχάκι πάρε με, λεξούλα κάνε με
και ας μένει η ρίμα σου μισή
Πάρε με, πάρε με, τέχνη μου, πάρε με
τραγούδι κάνε, μ’ ένα αχ στην αρχή
απ’ τις αγάπες μου, τις αυταπάτες μου
η πιο μεγάλη είσαι εσύ