Μέσα στα δυο σου μάτια
κρυστάλινα παλάτια
στο πρόσωπο σου φως μου
οι χαραυγές του κόσμου.
Ε πικραμιγδαλάκι
στα χείλη μου φαρμάκι
ποιας μάγισσας βοτάνι
μπορεί να το γλυκάνει.
Είσαι σεβντάς είσαι καημός
κι αγριεμένος ποταμός.
Μαύρα νερά και θάμνοι
και η ψυχή μου λάμνει
μεγάλε ποταμέ μου
που με πηγαίνεις πε μου.
Κερί μελισσοκέρι
που λάμπεις σα μαχαίρι
μου χάραξες σημάδια
ξόρκι για τα σκοτάδια.
Σε μια δροσοσταλίδα
το όνειρο μου είδα
να στέκει σαν τ’ αγρίμι
στου φεγγαριού τ’ ασήμι.
Με τς αστραπής το βλέμμα
δώσ’ μου φωτιά στο ρέμα
και φυλαχτό τη στάχτη
πάρε τον καταράχτη.
Μέσα σου καθρεφτίζομαι
σε βλέπω και ζαλίζομαι
κι αλλάζω πρόσωπα πολλά
μες τα νερά σου τα θολά.
Είσαι σεβντάς είσαι καημός
και μαγεμένος ποταμός
που καθρεφτίζεις τις μορφές
όλου του κόσμου τις κρυφές.