Ένα τραγούδι έχει φυλάξει παλιό κιτάπι
που λέει για μάχες, θεούς κι αστέρια, καημό κι αγάπη
Ένα τραγούδι για να ξεχάσεις και για να θυμηθείς
για όσα είδες κι έχεις ποθήσει κι όσα ποτέ δε δεις
Όποιος ψάξει θα το μάθει
στης καρδιάς τα βάθη
Μέρα με μέρα δεν ξεχωρίζει με το σκοτάδι
που μέσα του ‘χα βαθιά κρυμμένο αγάπης χάδι
Βάρκα η ζωή μου δίχως καρένα, σπασμένα τα κουπιά
γιατί κοιμάται το κάθε βράδυ δίχως αγάπη πια
Πες μου το σκοπό ν’ αρχίσω
να σε λησμονήσω
Θάλασσα η σκέψη ποιος θα μπορέσει να τη μερώσει
σαν τον καημό μου για το χωριό μου που ‘χει ερημώσει
Τούτο τον τόπο βοριάς τον δέρνει κι ήλιος τον τυραννεί
κι η μοναξιά του μες την καρδιά μας μαχαίρι και πονεί
Βόηθα Παναγιά τη σκέψη
να μην αγριέψει
Βρήκα τ’ αέρι και του ‘πα φίλος του πως θα γίνω
πριχού το τέλος φανεί να φεύγεις, μου ‘πε κι εκείνο
Φύσηξ’ αέρι πάρε με αλάργο και μέσα της μαζί
στς αυλές του χάρου όποιος δεν μπαίνει αληθινά δε ζει
Μιαν ανάσα είμ’ από σένα
μια κι απ’ τον καθένα