Κοντά στο Δημαρχείο σε μια παράγκα
αγόρασα λαχείο με δέκα φράγκα.
Αν θα πετύχω διάνα τον πρώτο λότο
στη φτώχεια την πουτάνα θα μπει μπουρλότο.
Ολά ολά, η τύχη μου γελά
ολά ολά ολά, το χρήμα θα κυλά.
Στην τσέπη θα βροντάνε χιλιάδες γρόσια
και θα με προσκυνάνε στα Νέα Λιόσια.
Θα πάψει κι η Μαρία να πλένει σκάλες
και θα γενεί κυρία σαν τόσες άλλες.
Ολά ολά, από τα χαμηλά
ολά ολά ολά, θ’ ανέβουμε ψηλά.
Θα δώσω όσα κι όσα με την καρδιά μου
να μάθουν καμιά γλώσσα και τα παιδιά μου.
Και θα μπορέσουν έτσι κι αυτά μια μέρα
να λεν αριβεντέρτσι και μπονασέρα.
Ολά ολά, θα κάνουμε πολλά
ολά ολά ολά, ας είμαστε καλά