Εσύ με τη φυσαρμόνικα στα χείλη
και τα ξερά τα ψίχουλα στις τσέπες,
βουνά σε τρομάζουν και πέλαγα
απ’ των αγρίων ανέμων τις φωνές.
Εσύ, μικροπωλητή, λαχειοπώλη,
σαλταδόρε των τραμ,
των ποδοσφαιρικών συναντήσεων
και των δημοσίων θεαμάτων λαθραίε:
Στοχάσου στοχάσου, μικρούλη μου,
της συνοικίας πεντάρφανε θεέ.
Εσύ, μικρέ μοιραίε της αναπάντητης κραυγής
που πίνεις απ’ το δάκρυ ολόκληρης της γης,
δε θα χαθείς, δε θα χαθείς.
Θα σε φωνάζω ελπίδα.
Εσύ, μικροπωλητή, λαχειοπώλη,
σαλταδόρε των τραμ,
των ποδοσφαιρικών συναντήσεων
και των δημοσίων θεαμάτων λαθραίε:
Στοχάσου στοχάσου, μικρούλη μου,
της συνοικίας πεντάρφανε θεέ.