Χίλια χρόνια κι άλλα τόσα
στο Σιρχασιρείμ μιλάω
στις έρημους ανεβαίνω
να σε ανταμώσω βγαίνω
Κι η Μεσάζη που γιορτάζει
στα θολά τα πρωινά σου
στις ταχύτητες που φεύγουν
έξω από τα όρια σου
Δε γεννήθηκα ποτέ μου
αναστεναγμός μονάχος
που ποτέ δε πήρε σώμα
για να ζήσει χίλια χρόνια
Είναι μάιστρα δικά μου
το νησί που περιμένεις
να πιαστείς μ’ ένα φιλί σου
για ν’ αρχίσεις ν’ ανασαίνεις
Δένω κόσμους, λύνω μάγια
και ονόματα αλλάζω
ανεμίζω σαν μαντήλι
στου Παραδείσου τη πύλη
Δε γεννήθηκα ποτέ μου
αναστεναγμός μονάχος
που ποτέ δε πήρε σώμα
για να ζήσει χίλια χρόνια