Στάχτη στα πόδια, στάχτη στα μαλλιά
και της Ραχήλ αντιλαλούν οι θρήνοι
μαύρες χλαμύδες φόρεσαν οι κρίνοι
κι ατέλειωτα ανεβαίνουμε σκαλιά.
Μας δολοφόνησαν τις εποχές
και τις κρεμάσαν σ’ ένα κυπαρίσσι
τη θλίψη μας ποιος θα την ιστορήσει,
πού να γυρνούν οι πρώτες ιαχές.
Στον ύπνο μας φωλιάζει ολονυχτίς
αλλάζοντας μορφές, ο μανδραγόρας
κι από τα χέρια φεύγουν της Πανδώρας
τα στυγερά λεπίδια της οργής.
Στις φλέβες στάχτη, στάχτη στα μαλλιά
κι η ώρα της απόφασης σιμώνει
ερωτηματικό σκληρό μας ζώνει
που όσο πάει γίνεται θηλιά.