Μπρος αδελφή δώσε το χέρι
κι εσύ αδελφέ μου πάρε το μαχαίρι
ο κόσμος όλος έγινε άνω κάτω
οι πλούσιοι, κοίτα, βρέθηκαν στον πάτο.
Απ’ τη χαρά τους οι φτωχοί αλαλάζουν
κι αυτός όπου δεν είχε μια μπουκιά ψωμί
το στάρι όλου του κόσμου θα χαρεί.
Τι κάνεις στρατηγέ, δε βάζεις τάξη
όλα εδώ πέρα τα ‘χουνε τινάξει
πεντάρα το αρχοντόπουλο δε δίνει
μιας παρακατιανής παιδάκι εγίνει.
Σκλάβοι που δε σφαλούσανε το μάτι
τώρα κοιμούνται σε ζεστό κρεβάτι,
τώρα κοιμούνται σε ζεστό κρεβάτι.