Είναι η ζωή μας γεμάτη καημούς
πόνους, παγίδες και αναστεναγμούς,
διαβάτες στο δρόμο, βαδίζουν πεζοί
και όλοι ρωτούνε να ζει κανείς ή να μη ζει.
Δίνεις αγάπη ζητώντας κι εσύ τη χαρά
μα παίρνεις τη λύπη και τη συμφορά.
Δίνεις το χέρι, σε κάποιον που πάει να χαθεί
και εκείνος μαχαίρι σου καρφώνει στη ψυχή.
Πρέπει να ξέρεις διαβάτη εσύ
πως μόνος σου είσαι σ’ αυτή τη ζωή,
τράβα το δρόμο, διαβάτη αργά,
ίσως στο τέλος να βρεις τη χαρά.
Διαβάτη που φεύγεις ταξίδι πολύ μακρινό
ρώτα τ’ αστέρια στον ουρανό,
ίσως να μάθεις το μεγάλο της ζωής μυστικό
ίσως ν’ ακούσεις το λόγο το στερνό.