Στάξε στην κούπα το φεγγάρι
στάλα χρυσή μαργαριτάρι
κι έλα να πιούμε άσπρο πάτο
και να μεθύσουμε μαζί.
Είναι χαράματα Σαββάτο
κι ο ένας για τον άλλον ζει
κι ο ένας για τον άλλον ζει.
Τώρα που μέθυσες, κυρά μου,
βγάλε στον ήλιο τα όνειρά μου
για να στεγνώσουν απ’ το δάκρυ
κι από της πίκρας τη βροχή.
Με τους καημούς δεν βρίσκεις άκρη
κι είμαστ’ ακόμα στην αρχή
κι είμαστ’ ακόμα στην αρχή.
Έστρωσα για να κοιμηθούμε
γείρε γλυκά ν’ ανταμωθούμε
στα γαλανά της νύχτας μάκρη
στόμα με στόμα ως την ψυχή.
Με τους καημούς δεν βρίσκεις άκρη
κι είμαστ’ ακόμα στην αρχή
κι είμαστ’ ακόμα στην αρχή.