Σε ματωμένα χώματα και σε στενά σοκάκια
εκεί πρωτογνωρίσαμε του κόσμου τα φαρμάκια
και όταν είχε ξαστεριά κι ερχόταν το φεγγάρι
εμείς του τραγουδούσαμε μαζί του να μας πάρει.
Μ’ αυτό χανόταν κι έφευγε στα μαρκινα, στα ξένα
και τα τραγούδια αρχίζαμε τα παραπονεμένα,
στα ματωμένα χώματα.
Με ματωμένα γόνατα και σε στενά θρανία
δακρύσαμε και κλάψαμε και μάθαμε ιστορία
και κάποιες νύχτες με βροχή σβήναμε το τσιγάρο
και βγαίναμε περίπολο να πιάσουμε τον χ;aρο
κι αυτός όταν μας άκουγε κρυβόταν στα σοκάκια
κι εμείς αρχίζαμε χορό μαζί με τ’ Αρμενάκια
στα ματωμένα χώματα.
Στα ματωμένα χώματα και μες στους ταρσανάδες
σκαλίσαμε, αγαπήσαμε καΐκια και κυράδες
και όταν είχε ξαστεριά κι ερχόταν το φεγγάρι
εμείς του τραγουδούσαμε μαζί του να μας πάρει.
Μ’ αυτό χανόταν κι έφευγε στα μακρινά, στα ξένα
και τα τραγούδια αρχίζαμε τα παραπονεμένα,
στα ματωμένα χώματα.