Κάποιος έκλαιγε τη νύχτα
και βρεθήκαν το πρωί
ίχνη από τα δάκρυά του
στη δική σου τη ζωή.
Κάποιος άφησε στη νύχτα
τον κρυφό του στεναγμό
και τον έφερ’ ο αέρας
ως την πόρτα σου λυγμό.
Κάποιος πέρασε τη νύχτα
απ’ του πόνου τα στενά
είπε τρεις φορές “βοήθεια”
και δεν ήσουν πουθενά.
Κάποιος δάκρυσε τη νύχτα
και φυτρώσανε στη γη
απ’ τα δάκρυά του ρόδα,
κατακκόκινη πληγή.