Εκείνα τα γράμματα με τους όρκους ζωής
τα διαβάζω χαράματα, χρονικό μιας στιγμής,
κι εκείνα τα όνειρα, φευγαλέα, βουβά,
η αγάπη στ’ απόνερα να σωθεί μου ζητά.
Φταίω εγώ, φταίω εγώ,
που πιστεύω στο λίγο, στο μπορεί και στο ίσως, στο πρέπει,
φταίω εγώ, φταίω εγώ,
που φοβάμαι να πάρω ό,τι δίνει η ζωή κι επιτρέπει,
φταίω, φταίω, φταίω, φταίω εγώ.
Είπα τέλειωσα, κλείδωσα, με τους έρωτες εγώ,
τη ζωή μου την πλήρωσα σ’ ένα κέρμα στριφτό,
κι ό,τι πέρασε, έγραψε, το φοράω σαν παλτό,
εκείνα τα γράμματα πες πως ήταν πιοτό.
Φταίω εγώ, φταίω εγώ,
που πιστεύω στο λίγο, στο μπορεί και στο ίσως, στο πρέπει,
φταίω εγώ, φταίω εγώ,
που φοβάμαι να πάρω ό,τι δίνει η ζωή κι επιτρέπει,
φταίω, φταίω, φταίω, φταίω εγώ.
Φταίω, φταίω, φταίω.