Σου απλώνω το χέρι, το δικό σου δε δίνεις.
Σου απλώνω χαμόγελα, μισά μου τ’ αφήνεις.
Όλα φταίνε για σένα για το μαύρο σου χάλι
μα το χάλι το δικό μου δεν το παίρνεις χαμπάρι.
Θλιβερές συγκινήσεις συναντάω στο πηγάδι
που βουτάω συνέχεια και ένα χέρι με βγάζει.
Με ανόητες σκέψεις που με κάνουν χαμίνι
να καώ δίχως άλλο στης ζωής το καμίνι.
Μα χρειάζομαι αγάπη, χρειάζομαι εσένα
δε σε βρίσκω ακόμα γιατί δε βρίσκω εμένα.
Σε στρατόπεδα “ελεύθερα” στην ουρά περιμένω,
ν’ αποκτήσω συνήθειες που καθόλου δε θέλω.
Μα τις παίρνω ευχαρίστως αφού φοβάμαι να χάσω
κι έτσι ανήκω σ’ αυτούς που την καλή θα την πιάσουν.
Μια Πόρσε γυρίζει το κορμί μου με χίλια
κι ένα σπίτι χλιδάτο μου ζεσταίνει τα χείλια.
Μηχανάκια μικρά σταματούν τα γιατί μου,
αγοράζω τα πάντα για να αλλάξει η ζωή μου.
Μα χρειάζομαι αγάπη, χρειάζομαι εσένα
δε σε βρίσκω ακόμα γιατί δε βρίσκω εμένα.