Σ’ ένα τραπέζι κάτσαμε εγώ κι η αμαρτία
ένα ποτήρι πίναμε αμίλητοι κι οι δυο.
Εγώ τη μάχη έδινα με την απελπισία
κι αυτή σκυφτή μου έδινε φαρμάκι για να πιω.
Αμαρτία, αμαρτία
κι απ’ το ίδιο το ποτήρι.
Αμαρτία, αμαρτία
δε σου χάλασα χατίρι.
Σ’ ένα τραπέζι είμαστε εγώ κι η αμαρτία
κι ένα τσιγάρο είχαμε στα χείλη μας σβηστό.
Εκείνη κάτι μου ‘λεγε για κάποια ιστορία
κι εγώ σκυμμένη έψαχνα φωτιά κάπου να βρω.
Αμαρτία, αμαρτία
κι απ’ το ίδιο το ποτήρι.
Αμαρτία, αμαρτία
δε σου χάλασα χατίρι.