Είδα στα μάτια σου τον ήλιο της αυγής,
είδα την ίδια τη ζωή να μ’ ανασταίνει.
Κι ύστερα χάθηκες στην ερημιά της γης
κι έγινε ο κόσμος γειτονιά συνηθισμένη.
Κι ύστερα χάθηκες σαν άστρο τ’ ουρανού
κι έγινε ο κόσμος ξερονήσι για φυγάδες.
Είδα τον ήλιο που ομορφαίνει τις Κυκλάδες.
Ήταν τα μάτια σου παράπονο παιδιού,
τότε που φεύγαν οι χαρές σαν λιποτάχτες.
Κι ύστερα έφυγες κι εσύ να πας αλλού
κι απ’ την αγάπη μας απόμειναν οι στάχτες.
Κι ύστερα χάθηκες σαν άστρο τ’ ουρανού
κι έγινε ο κόσμος ξερονήσι για φυγάδες.
Είδα τον ήλιο που ομορφαίνει τις Κυκλάδες.