Δεν περνάει πια ο ταχυδρόμος,
το τηλέφωνό μου δε χτυπά,
έρημος κι απέραντος ο δρόμος
τώρα που αυτός δε μ’ αγαπά.
Μα τα σουρουπώματα
οι βοριάδες κλαίνε
και χιλιάδες στόματα
“έρχεται”, “έρχεται”,
“έρχεται” μου λένε.
Είδηση δεν πήρα από φίλο,
νέα σου δεν πήρα από γνωστό.
Το πικρό μου δάκρυ αν σου στείλω,
θα χαθεί με σένανε κι αυτό.
Μα τα σουρουπώματα
οι βοριάδες κλαίνε
και χιλιάδες στόματα
“έρχεται”, “έρχεται”,
“έρχεται” μου λένε.