Έπεσε σαν κεραυνός στη γειτονιά μας το μαντάτο
κι έκλεισαν τα μαγαζιά και τα σπιτάκια πάνω ως κάτω.
Ο καλύτερος ο φίλος
εβασίλεψε σαν ήλιος.
Της παρέας το στολίδι
πάει στ’ αγύριστο ταξίδι.
Πάει κι αυτός, πάει κι αυτός,
ο αϊτός και το λιοντάρι.
Τους ωραίους, μαύρη μοίρα,
μας τους παίρνεις άπονα.
Πάει κι αυτός, πάει κι αυτός,
κι απ’ τον κόσμο αυτόν θα πάρει
δυο λουλούδια, λίγα δάκρυα
και πολλά παράπονα.
Δάκρυα για τον λεβέντη μας τον φίλο δεν εγκρίνω.
Πέστε του τ’ αγαπημένο το τραγούδι του εκείνο
που ’λεγε και τραγουδούσε
στη γυναίκα π’ αγαπούσε
στο μεθύσι, στο κρασί του,
και ξαλάφρωνε η ψυχή του.