Στα μάτια φύτρωσε καημός
κόμπο τον κόμπο η πίκρα
κυρά Παναγιά
κυρά μου Βαγγελίστρια
τι μου ‘ταξες τι βρήκα
αγκάθι στην καρδιά.
Πότε θ’ ανθίσει Αυγερινός
τ’ άστρα να ζευγαρώσουν
αίμα και νερό.
Μαρμαρωμένο τ’ όνειρο
και το παράπονό σου
μαύρο κι άχαρο.
Χρόνια και χρόνια απάντεχα
βαριά να περιμένω
να ξεκουραστώ.
Στα χέρια σταυρολούλουδα
το παραμύθι υφαίνω σου
το αγέραστο.
Καραβοκύρισσα κυρά
ορθόπλωρη γοργόνα
και μας οδηγά.
Της λευτεριάς Παντάνασσα
θεμέλιωσα κολόνα
μεσοπέλαγα.