Άλλο πια δεν καρτερώ γράμμα
από την γλυκιά μου μάνα
της ορφάνιας με χτυπάει ο πόνος
κι έχω μείνει μοναχός
κι είμαι μες στην ξενιτιά ξένος
έρημος και ορφανός.
Ο Θεός που `ναι ψηλά μάνα
βλέπει το δικό μου δράμα μάνα,
λες και έκανα κακό μάνα
κι η ζωή με κυνηγά.
Ως κι αυτή που αγαπά μάνα
τώρα πια δεν μ’ αγαπά.