Πάνε και, πάνε και, πάνε κι έρχοντ’ απ’ τα ξένα,
πάνε κι έρχοντ’ απ’ τα ξένα τα καράβια μαζεμένα,
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό,
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό.
Μα δεν ή, μα δεν ή, μα δεν ήρθε το βαπόρι,
μα δεν ήρθε το βαπόρι, να μου φέρει το αγόρι
που το καρτερώ και το λαχταρώ.
Ποιον για σε, ποιον για σε, ποιον για σένα να ρωτήσω
ποιόν για σένα να ρωτήσω, ποιονε να καλωσορίσω
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό,
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό.
Ποιον να σφί, ποιον να σφί, ποιον να σφίξω στην καρδιά μου
ποιόν να σφίξω στην καρδιά μου που δεν έρχεσαι κοντά μου
που σε καρτερώ και σε λαχταρώ.
Πάλι εφύ, πάλι εφύ, πάλι εφύγαν τα καράβια
πάλι εφύγαν τα καράβια, τα λιμάνια μείναν άδεια,
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό,
κάτω στο γιαλό, κάτω στο γιαλό.
Και τα πέ, και τα πέ, και τα πέλαγα αγναντεύω
και τα πέλαγα αγναντεύω, το αγόρι μου γυρεύω
που το καρτερώ και το λαχταρώ.