Φεύγει ο μπαμπάς για τη δουλειά, η μάνα καθαρίζει..
Μια ολοστρόγγυλη ζωή τριγύρω μου ανθίζει..
Ένας καφές ξεκούρασης, δυο λόγια στο μπαλκόνι..
Και μια ζέστη φέτα ψωμί με βούτυρο που λιώνει..
Η μπάλα η πορτοκαλί κομμάτι της ψυχής μου..
Αρχαία και Λατινικά ο δρόμος αντοχής μου..
Το Σαββατόβραδο συχνά με τους παππούδες μένεις..
Και Κυριακή όλοι μαζί στη λίμνη Βουλιαγμένης..
Και καταπίνεται ο καιρός σα μαυροδάφνης γλύκα..
Η ευτυχία υπάρχει ρε στα τσιμεντένια σπίτια..
Να το φωνάζεις συνεχώς για να τ’ ακούσουν κι άλλοι..
Και να πιστεύεις πως αυτό το νιώθουν κι οι μεγάλοι..
Και ξαφνικά μνημόνια, φωνές και καταιγίδα..
Και η μαμά νυχτερινή και ο μπαμπάς στην πρίζα..
Με τη γιαγιά σα μπαλαντέρ με κουρασμένο πόδι..
Έρχεται η θλίψη αργά αργά σαν τον βάλε και κόβει.
Και οι καυγάδες είναι πια το μόνιμο φαΐ σου..
Είναι δυο άγνωστοι γονείς δεν είναι οι δικοί σου..
Μια μάνα ήσυχη έτσι απλά οπλίζει και πληγώνει..
Κι ένας μπαμπάς λιώμα εντελώς γκρεμίζει το σαλόνι..
Ακούς ποτήρια στη σκεπή και στη ντουλάπα πιάτα..
Κι ένα «είναι ο μικρός μπροστά, θα σκάσεις βρε μαλάκα;;»
Με τα κρεβάτια χωριστά, καρδιές σε απραξία..
Κι εσύ το «κρίμα το παιδί» στην πολυκατοικία..
Και προσπαθείς να ονειρευτείς, να πεις, να καταλάβεις..
Αν πιάσεις μόνος το κακό ίσως να το προλάβεις..
Μα είναι δύσκολο πολύ, είναι σβηστά τα φώτα..
Κι η λέξη διαζύγιο κρεμιέται πια στην πόρτα..
Τα δάχτυλα αρχίζουν πια να δείχνουν και να κρίνουν..
Οι φίλοι λίγοι και καλοί και λίγοι πια θα μείνουν..
Θέλεις τρεις βότκες το λεπτό πριν κάπου να μιλήσεις..
Και προσπαθείς τρόπο να βρεις για να τους συγχωρήσεις..
Στον πλανήτη αυτό..
Ο τελευταίος επιζών..
Θα είναι σίγουρα παιδί χωρισμένων γονιών..
Τα βήματα σου σταθερά, σου δείχνανε ποιος είσαι.
Μα από σήμερα είναι αλλιώς, αρχίζεις να αιωρείσαι..
Η μάνα άχαρη σκιά που στέκεται μπροστά σου..
Και ο μπαμπάς μιας Κυριακής η εκκρεμότητα σου..
Σου λείπουν καθημερινά οι φίλοι σου οι φλώροι..
Γιατί τρώνε το χρόνο σου συνέχεια δικηγόροι..
Είσαι παιδί και ξαφνικά σαν άντρας μεγαλώνεις..
Όλα καινούρια γύρω σου κι όμως εσύ παλιώνεις..
Και πιο πολύ ποιον αγαπάς, ποιος φταίει, τι συμβαίνει..
Η επιμέλεια της μαμάς στο πόδι σου δεμένη..
Σα μαύρη μπάλα φυλακής που θες να δραπετεύσεις..
Και ψάχνεις λίγη λογική για να στρατοπεδεύσεις..
Πόση θα είναι η διατροφή, πόσες οι επισκέψεις..
Κι εσύ το κόκκινο πανί για τις διαπραγματεύσεις..
Το σπίτι εγώ, το αμάξι εσύ, το εξοχικό στη μέση..
Και να μη βρίσκεις μια αγκαλιά μέσα της να σε δέσει..
Στον πλανήτη αυτό..
Ο τελευταίος επιζών..
Θα είναι σίγουρα παιδί χωρισμένων γονιών..
Τα χρόνια τρέχουν σα νερό, τα νεύρα έχουν τελειώσει..
Η παιδικότητα σου εκεί κι ας έχεις μεγαλώσει..
Χτίζεις με αίμα και σιωπή μια διαδρομή δική σου..
Μια μέρα γίνεσαι μπαμπάς κι αλλάζει η ύπαρξη σου..
Και τελικά το μυστικό είναι να συγχωρήσεις..
Η αγάπη ασβέστης καθαρός ότι δε θες να σβήσεις..
Φόβος ποτέ για ένα παιδί δεν είναι αν θα χωρίσεις..
Μα να περάσει μια ζωή και να μην το γνωρίσεις..
Μέσα στο σύμπαν αυτό..
Υπάρχει ένα ανώτερο ων..
Και είναι σίγουρα παιδί αγαπημένων γονιών..