Δωδεκάχρονο το βλέμμα
Κόκκινο βαθύ σαν αίμα
Ποια ματιά να σου χαρίσω
Να σε δω να μου γελάς
Να φανερωθεί το άστρο
Της ψυχούλας σου το άσπρο
Να σε δω μαζί με τ’ άλλα τα παιδιά
Να κολυμπάς
Σε ένα θαλασσί σεντόνι
Να πετάς σαν το μπαλόνι
Στου παραμυθιού τη χώρα
Στην αγκαλιά της Χαλιμάς
Πίσω απ την λάμψη θαλασσί το φως
Λιώνει το μέταλλο οσμή, οσμή θανάτου
Ψάχνεις φεγγίτες να σου πουν το πως
Είσαι το αχ καταμεσής του άσπρου πάτου
Δρεπανηφόρα χέρια σ’ οδηγούν
Εργοδηγοί Σπαρτιάτες ιερείς δικάζουν
Κι εκεί μες στο λυκόφως σ’ απειλούν
Και στον καιάδα σε κατά καταδικάζουν
Ποια μυθική μητρότητα γεννάει
Παλικαράκι δώδεκα χειμώνων
Για δες το σαν το ψάρι σπαρταράει
Μπρούτζινα λέπια και ζωή ζωή αιώνων
Σκλάβος και κωπηλάτης παραγιός
Χτισμένος σε γαλέρα των βαρβάρων
Πάροδος κάπου εκεί στην Αχαρνών
Μηχανουργείο χωνευτήρι τάφος
Κι εσύ στο πιο γλυκό πικρό σου άνθος
Ρωτάς φεγγίτες να σου πουν
Γύρω κρανίου τόπος γοερός
Γρέζια χρυσίζουν
Γλώσσες της φωτιάς γιορτάζουν
Κρότοι που βρίσκουν χρόνο να κρυφτούν
Μένουν μετέωροι και σε εξουσιάζουν
Κι εκεί που πάει ο νους σου να χαθεί
Κάτι σαν ίχνος σαν φυγή στο σπέρμα
Είναι που δεν κρατιέται η ψυχή
Πες το ξανά
Πες το ξανά κι ας είναι ψέμα
Πόδια που βιάζονται να ξεχαστούν
Παραθυράκι μια σταλιά ο κόσμος
Άγγελοι κολασμένοι σε κρατούν
Κι εσύ ο πιο μικρός στους λωτοφάγους
Πνεύμα και σάρκα σε ανθρωποφάγους
Ρωτάς φεγγίτες να σου πουν
Δωδεκάχρονο το βλέμμα
Κόκκινο βαθύ σαν αίμα
Ποια ματιά να σου χαρίσω
Να σε δω να μου γελάς