Θα πιω τη νύχτα τη θολή
στο ραγισμένο το γυαλί να φτιάξω κέφια,
είν’ η ματιά σου σιωπηλή
μα το κορμί σου απειλή, βαράτε ντέφια.
Να `ρθω κοντά σου δεν μπορώ,
τα δαχτυλίδια που φορώ μ’ έχουν δεμένη,
είν’ όλα σίδερα βαριά
που φυλακίζουν τη φωτιά την αναμμένη.
Θα πιω τη νύχτα τη θολή
στο ραγισμένο το γυαλί, με τα “θυμάσαι”,
όταν μαζί του θα βρεθώ,
στην αγκαλιά του όταν χαθώ μέσα μου θα `σαι.