Σαββάτο βράδυ να μην έχεις που να πας,
η τηλεόραση από μέρες χαλασμένη,
θέλει κεραία στην ταράτσα, υψωμένη
κι απ’ το γυαλί της στάζει χιόνι και γλιστράς.
Σαββάτο βράδυ να μην έχεις που να πας.
Σαββάτο βράδυ και βαριέσαι πια να βγεις,
όσα δεν είδες τα φαντάζεσαι πως θα ‘ναι,
φανταστικές αγάπες μόνο σε μεθάνε,
τραγουδιστές που βγαίνουν μέσ’ από τη γη,
Σαββάτο βράδυ και βαριέσαι πια να βγεις,
Σαββάτο βράδυ και βαριέσαι πια να βγεις.
Σαββάτο βράδυ, κάνει ζέστη, έχεις κλειστά,
σ’ ένα μπαλκόνι απέναντί σου ένας με κιάλια,
φωτογραφίζει ερωτευμένους και κεφάλια,
μες στο μυαλό του κρύβει ψεύτικα λεφτά,
Σαββάτο βράδυ, κάνει ζέστη, έχεις κλειστά.
Παίρνεις δυο χάπια για τον ύπνο που δε θα ‘ρθει,
το αναβάλλεις, που να πας Σαββάτο βράδυ,
και πως να βγεις, έχει χαθεί η ταυτότητά σου
και τι θα πεις αν σου ζητήσουν τα χαρτιά σου
Σαββάτο βράδυ και βαριέσαι πια να βγεις,
Σαββάτο βράδυ και βαριέσαι πια να βγεις.