Γύρισα πίσω να σε σώσω από την αντάρα,
κόκκινα ψάρια είχα δει στο όνειρο μου.
Σημαίνουν αίμα, της αγάπης και λαχτάρα,
και είπα μόνη να σηκώσω το σταυρό μου.
Και είπα μόνη, και είπα μόνη
και είπα μόνη θα σηκώσω το σταυρό μου.
Δεν είχε σβήσει η ανάσα μου από το σπίτι,
και εσύ ανάπνεες το άρωμα μίας ξένης.
Δεν ξέρω αν ήτανε Παρασκευή ή Τρίτη
και που ξημέρωνε, και που ξημέρωνε,
και που ξημέρωνε, το φως της οικουμένης.
Πετάς ανάσα στις φωτιές για να σε σώσω
μα εσύ καιγόσουνα από γυναίκα άλλη
και τότε είπα στο μαχαίρι να σε δώσω,
αγάπη φόνισσα και του μυαλού μου ζάλη.
Αγάπη φόνισσα, αγάπη φόνισσα,
αγάπη φόνισσα, και του μυαλού μου ζάλη.
Δεν είχε σβήσει η ανάσα μου από το σπίτι,
και εσύ ανάπνεες το άρωμα μίας ξένης.
Δεν ξέρω αν ήτανε Παρασκευή ή Τρίτη
και που ξημέρωνε, και που ξημέρωνε,
και που ξημέρωνε, το φως της οικουμένης.