Τραβάω την κουρτίνα, το φως θολώνει τη σκέψη,
φωνές απ’ τους δρόμους εκεί που υπάρχεις και ζεις.
Αλήτες χτυπάνε τη πόλη, κι η πόλη ρουφάει και μένα,
καρφιά στο μυαλό μου και συ δεν έχεις κάτι να πεις.
Και μες στη νύχτα πάλι του έρωτα εγώ ναυαγός
σημάδι που μένει, στιγμή που μακραίνει στο χρόνο, πεθαίνω και ζω.
Τραγούδι που ξέμεινε μόνο στα χείλη μου μοιάζει λειψό
στη σκέψη σου στήνει χορό στου ονείρου το χάρτη γυμνό
Μπαίνω στην άλλη όχθη, ο μαύρος χορός με κυκλώνει
μιλάω μονάχος στους φίλους που τώρα σιωπούν
Ανήλικες παρέες τηλεφώνα τα βράδια
φοβούνται για μένα, ρωτάνε κι έχουν κάτι να πουν